Email: contact@kondylislawoffice.gr
Λειτουργία: Δε-Πα: 9.00-19.00
[...]
Επειδή, όπως παγίως έχει κριθεί, το Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά την εκδίκαση της υπαλληλικής προσφυγής του άρθρου 103 παρ. 4 του Συντάγματος, εξετάζει την υπόθεση κατά το νόμο και την ουσία, στο σύνολό της και εξ υπαρχής,δηλαδή προβαίνει σε αυτοτελή διαπίστωση και εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, στον ορθό νομικό χαρακτηρισμό των πράξεων που αποδίδονται στον πειθαρχικώς διωκόμενο, ως πειθαρχικών παραπτωμάτων και στην υπαγωγή τους στον προσήκοντα κανόνα δικαίου. Περαιτέρω, εκφέρει δική του ουσιαστική κρίση σχετικά με την τέλεση των πειθαρχικών παραπτωμάτων και τη σοβαρότητά τους ενόψει και των συνθηκών υπό τις οποίες τελέσθηκαν καθώς και σχετικά με την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής, κατ' εκτίμηση όλων των στοιχείων του φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης, ύστερα από νέα στάθμιση του αποδεικτικού υλικού (ΣτΕ 1649/2016, 2164/2014, 2589/2013, 1065, 4659/2012 κ.ά.), λαμβάνοντας υπόψη την τυχόν έμπρακτη μεταμέλεια, τις τυχόν συντρέχουσες ελαφρυντικές περιστάσεις και την εν γένει υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου καθ’ όλη την σταδιοδρομία του (ΣτΕ 3871-2/2015, 1923/2013, 110, 2693/2012, 2138/2008). Συνεπώς, είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς οι λόγοι της προσφυγής περί πλημμελούς αιτιολογίας της πειθαρχικής απόφασης (ΣτΕ 2589/2013, 1065/2012, 2354/2008), περί εσφαλμένης εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων (ΣτΕ 2164/2014 7μ., 3897/2013, 2693/2012, 2138/2008) καθώς και περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας κατά την επιμέτρηση της επιβληθείσης ποινής (ΣτΕ 226/2016, 167, 3351/2015, 3473/2014, 1670/2013 7μ., 2589/2013, 1795/2012 7μ., 4659/2012 κ.ά.). Ομοίως, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής και ο λόγος της προσφυγής, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατά την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής δεν ελήφθησαν υπόψη από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο το τεκμήριο αθωότητας (ΣτΕ 1649/2016, 3351/2015, 2770/2006) και οι ελαφρυντικές περιστάσεις που συντρέχουν εν προκειμένω (ΣτΕ 3871-2/2015, 177/2010, 2163/2004 κ.ά.), ειδικότερα δε η γενική και προηγούμενη καλή υπηρεσιακή του εικόνα, η εν γένει προσωπικότητά του, η εξαιρετική ποιότητά του ως υπαλλήλου και το λευκό μητρώο του (βλ. ΣτΕ 1361, 1649/2016, 3494/2015, 597, 2693, 2807/2012, 2043/2011, 117/2010 κ.ά.). Η έννοια, άλλωστε, της παραπομπής στις περί ελαφρυντικών περιστάσεων διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, είναι ότι ο πειθαρχικός δικαστής ερευνά απλώς, αν συντρέχουν, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ελαφρυντικές περιστάσεις, εκτιμώντας και άλλα στοιχεία, όπως τη βαρύτητα του πειθαρχικού παραπτώματος και τις συνθήκες τέλεσής του, δυνάμενος να δεχθεί ή όχι τη συνδρομή των ελαφρυντικών περιστάσεων (ΣτΕ 117, 3971/2010, 2770/2006, 2163/2004 7μ.). Συνεπώς, η επίκληση και μόνον αυτών από τον διωκόμενο υπάλληλο δεν καθιστά υποχρεωτική την αποδοχή τους από το πειθαρχικό όργανο και δεν οδηγεί άνευ ετέρου σε μείωση της επιβλητέας ποινής (ΣτΕ 153/2016, 2164/2014, 2693, 597/2012 κ.ά.).
[...]
Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ο προσφεύγων διέπραξε το πειθαρχικό αδίκημα της χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας διαγωγής για υπάλληλο εκτός υπηρεσίας και η επιβληθείσα σε αυτόν πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης είναι η προσήκουσα. Περαιτέρω, η εκδηλωθείσα πρόθεσή του να επιστρέψει ... το παρανόμως εισπραχθέν ποσό πλέον των τόκων πριν από την έναρξη τόσο της ποινικής όσο και της πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του, δεν μπορεί να θεωρηθεί έμπρακτη μεταμέλεια που δικαιολογεί το μετριασμό της επιβλητέας πειθαρχικής ποινής, διότι η απόδοση του ποσού αυτού έλαβε χώρα αμέσως μετά την αποκάλυψη των ενεργειών του, όπως προκύπτει ..., με τα οποία άρχισε η διαδικασία ελέγχου για τις παράνομες πράξεις του προσφεύγοντος, δηλαδή, όταν ήταν βέβαιο, ότι θα αποκαλύπτονταν οι πράξεις του (ΣτΕ226/2016, 1605/2015, 2693, 4311/2012, 2043/2011 κ.ά.). Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος, με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα και να απορριφθεί, ως εκ τούτου, η ένδικη προσφυγή στο σύνολό της.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την προσφυγή.
Πρόσφατες Αναρτήσεις